«Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν, τόν μόνον ἀναμάρτητον».
(«Αφού είδαμε την Ανάσταση του Χριστού, ας προσκυνήσουμε τον Άγιο Κύριο Ιησού, τον μόνο αναμάρτητο.»)
Πώς λοιπόν μας προτρέπει τώρα το Πνεύμα το Άγιο να λέμε «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι», σαν να την έχουμε δει την Ανάσταση, την οποία όμως δεν είδαμε, αφού ο Χριστός αναστήθηκε μια φορά προ χιλίων ετών και κανείς τότε δεν τον είδε να ανασταίνεται; [Σημ.: Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος έζησε στα τέλη του 10ου και τις αρχές του 11ου αιώνα.]
Άραγε, μήπως η θεία Γραφή θέλει να ψευδόμαστε; Ας μην σκεφθεί κανείς κάτι τέτοιο! Αντίθετα, μας παραγγέλλει να λέμε την αλήθεια: ότι σε κάθε έναν από εμάς τους πιστούς συντελείται μέσα του η Ανάσταση του Χριστού. Και αυτό όχι μόνο μια φορά, αλλά κάθε ώρα, θα έλεγε κανείς, αυτός ο ίδιος ο Δεσπότης Χριστός μέσα μας ανασταίνεται, λαμπροφορώντας και απαστράπτοντας τις αστραπές της αφθαρσίας και της Θεότητας.
Η φωτοφόρος παρουσία του Αγίου Πνεύματος υποδεικνύει μέσα μας την Ανάσταση, που έγινε εκείνο το γλυκοχάραμα. Ή καλύτερα μας δίδει να βλέπουμε εκείνον τον ίδιο τον Αναστάντα.
Γι’ αυτό άλλωστε και ψέλνουμε: «Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν» (Ψαλ. 117.27) (Θεός είναι ο Κύριος και φανερώθηκε σε εμάς») και υποδηλώνοντας την Δευτέρα Παρουσία του λέμε: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Ψαλ. 117.26) («Ευλογημένος είναι εκείνος που έρχεται στο όνομα του Κυρίου»).
Σε όσους λοιπόν φανερωθεί ο Χριστός, αναστημένος, τους εμφανίζεται οπωσδήποτε με τρόπο πνευματικό, στα πνευματικά μάτια της ψυχής τους.
Και όταν έλθει μέσα μας, με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος, μας ανασταίνει από τους νεκρούς και μας ζωοποιεί.
«Περί της Αναστάσεως του Χριστού».